Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


cìrca  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈʧirka]

1 κάπου εκεί
2 γύρω
3 σχετικά με
4 ως
5 ή εκεί κοντά
6 περίπου
7 σχεδόν
8 πάνω-κάτω
9 όσον αφορά

cìrca  
πρόθεση

Προσφορά I.P.A.: [ˈʧirka]

όσον αφορά

cìrca  
επίρρημα

Προσφορά I.P.A.: [ˈʧirka]

σχεδόν, περίπου


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  cipro circe  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

cipria (θηλ.ουσ)
cipriota (ουσ αρσ )
cipriota (θηλ.ουσ)
cipriota (επίθ.)
cipro (θηλ.ουσ)
circa (ουσ αρσ )
circa (πρόθ.)
circa (επίρ.)
circe (θηλ.ουσ)
circense (αρσ. επίθ και ουσ)
circo (ουσ αρσ )
circolante (ουσ αρσ και θηλ.)
circolante (επίθ.)
circolare (θηλ.ουσ)
circolare (επίθ.)
circolare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
circolarmente (επίρ.)
circolatorio (επίθ.)
circolazione (θηλ.ουσ)
circolo (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---