ItalianoGreco


circuizióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ʧirkuitˈtsjone]

1 περικύκλωση
2 εξαπάτηση
3 ξεγέλασμα
4 περιστροφική κίνηση
5 κυκλική κίνηση
6 παγίδευση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---