ItalianoGreco


concórrere  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [konˈkorrere]

1 συντείνω
2 συμβάλλω
3 συναθροίζομαι
4 συγκλίνω
5 συνεισφέρω
6 υποβάλλω αίτηση
7 συμφωνώ
8 συμμετέχω
9 υποβάλλω υποψηφιότητα
10 συνέρχομαι (στο ίδιο μέρος)
11 αμιλλώμαι
12 παραβγαίνω
13 συναγωνίζομαι
14 ανταγωνίζομαι
15 προστρέχω
16 συντρέχω
17 συρρέω
18 ρέω μαζί στο ίδιο μέρος
19 συμπαραστέκομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---