concretàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [konkreˈtare]
1 εκτελώ
2 επιτυγχάνω
3 κάνω κάτι χειροπιαστό
4 συνεχίζω μέχρι το τέλος
5 ενσωματώνω
6 τσιμεντώνω
7 φέρνω σε πέρας
concretarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [konkreˈtarsi]
1 γίνομαι πραγματικότητα
2 υλοποιούμαι
3 πραγματοποιούμαι
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [konkreˈtare]
1 εκτελώ
2 επιτυγχάνω
3 κάνω κάτι χειροπιαστό
4 συνεχίζω μέχρι το τέλος
5 ενσωματώνω
6 τσιμεντώνω
7 φέρνω σε πέρας
concretarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [konkreˈtarsi]
1 γίνομαι πραγματικότητα
2 υλοποιούμαι
3 πραγματοποιούμαι
permalink
concretare (ρ. μτβ.)
concretarsi (ρ.μ. (αντων.))

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android