defùnto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [deˈfunto]
ο πεθαμένος (-η)
defùnto
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [deˈfunto]
1 πεθαμένος
2 συχωρεμένος
3 εκλιπών
4 νεκρός
5 αποθανών
6 μακαρίτης
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [deˈfunto]
ο πεθαμένος (-η)
defùnto
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [deˈfunto]
1 πεθαμένος
2 συχωρεμένος
3 εκλιπών
4 νεκρός
5 αποθανών
6 μακαρίτης
permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα
i defunti [αρσ. πλυθ.] = οι αποθανόντες [f.]
defunto (ουσ αρσ )
defunto (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android