ItalianoGreco


deplorévole  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [deploˈrevole]

1 αξιοκατάκριτος
2 μεμπτός
3 αξιολύπητος
4 θλιβερός
5 δυστυχής
6 οικτρός
7 λυπηρός
8 αξιοθρήνητος
9 αξιοδάκρυτος
10 ελεεινός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z