ItalianoGreco


derogazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [derogatˈtsjone]

1 κατάργηση
2 ματαίωση
3 ανάκληση
4 παράβαση
5 συναίνεση
6 συγκατάθεση
7 σφετερισμός
8 προσβολή
9 υποτίμηση
10 μείωση
11 εξευτελισμός
12 μερική ανάκληση
13 ακύρωση
14 εξουθένωση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z