ItalianoGreco


diazotàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [diaddzoˈtare]

δημιουργώ διαζωενώσεις -ενώσεις δακτυλίου του αζώτου (δύο άτομα αζώτου με οργανική ρίζα)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---