direttrìce
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [diretˈtriʧe]
1 γενικό θέμα
2 γενικό σχέδιο
3 καθοδηγούσα
4 οδηγήτρια
5 διευθύνουσα
6 εκδότρια
7 διευθύντρια
8 διευθύντρια σχολείου
9 κατευθυντήρια αρχή
10 σταθερή καμπύλη
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [diretˈtriʧe]
1 γενικό θέμα
2 γενικό σχέδιο
3 καθοδηγούσα
4 οδηγήτρια
5 διευθύνουσα
6 εκδότρια
7 διευθύντρια
8 διευθύντρια σχολείου
9 κατευθυντήρια αρχή
10 σταθερή καμπύλη
permalink
direttrice (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android