ItalianoGreco


disfàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [disˈfare]

1 (letto) ξεστρώνω
2 (valigia) αδειάζω
3 (pacco) ανοίγω
4 (nodo) λύνω
5 (maglia) ξεπλέκω

disfàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [disˈfarsi]

1 αποσαθρώνομαι
2 χαλάω
3 καταστρέφομαι
4 διαλύομαι
5 μαραίνομαι
6 ξεφορτώνομαι
7 πέφτω σε κομμάτια


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---