ItalianoGreco


disonestà  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [dizonesˈta]

1 κακοήθεια
2 ανεντιμότητα
3 απάτη
4 αίσχος
5 ντροπή
6 ατιμία
7 καταισχύνη
8 άγος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---