ItalianoGreco


disponibilità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [disponibiliˈta]

1 δεκτικότητα
2 διαθέσιμα κεφάλαια
3 κυκλοφορούν ενεργητικό εταιρίας
4 διαθεσιμότητα
5 προθυμία
6 απροκαταληψία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---