ItalianoGreco


divagàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [divaˈgare]

1 παρεκτρέπομαι του θέματος
2 δολιχοδρομώ
3 ακολουθώ δαιδαλώδη διαδρομή
4 διασκεδάζω
5 βγαίνω εκτός θέματος
6 εκτρέπομαι
7 ξεσκάω
8 περιπλανώμαι
9 περιφέρομαι ασκόπως
10 περιπλανιέμαι
11 παρεκβαίνω

divagarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [divaˈgarsi]

διασκεδάζω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z