ItalianoGreco


dolosità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [doloziˈta]

1 έχθρα
2 χαιρεκακία
3 κακοήθεια
4 μοχθηρία
5 κακεντρέχεια
6 εμπάθεια
7 δολιότητα
8 σκοπιμότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---