ItalianoGreco


dolóso  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [doˈloso], [doˈlozo]

1 κάλπικος
2 απατηλός
3 δόλιος
4 επίβουλος
5 δολερός
6 καταδολιευτικός
7 καταχθόνιος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---