elaboràto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [elaboˈrato]
1 ανακοίνωση επιστημονική
2 δημοσίευση επιστημονική
elaboràto
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [elaboˈrato]
1 λεπτομερής
2 επεξεργασμένος με ακρίβεια
3 κατεργασμένος
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [elaboˈrato]
1 ανακοίνωση επιστημονική
2 δημοσίευση επιστημονική
elaboràto
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [elaboˈrato]
1 λεπτομερής
2 επεξεργασμένος με ακρίβεια
3 κατεργασμένος
permalink
elaborato (ουσ αρσ )
elaborato (επίθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android