ItalianoGreco


equilibrìsta  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ekwiliˈbrista]

1 σαλτιμπάγκος
2 σχοινοβάτης
3 ισορροπιστής
4 ζογκλέρ
5 ακροβάτης


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---