ItalianoGreco


erbàrio  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [erˈbarjo]

1 συλλογή βοτανικής
2 βοτανολόγιο
3 ερμπάριο
4 μουσείο βοτανικής
5 συλλογή διατηρουμένων βοτάνων
6 φυτώριο


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---