ItalianoGreco


esaltatóre  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [ezaltaˈtore]

1 επαινέτης
2 υμνητής
3 υμνωδός
4 εγκωμιαστής
5 εκθειάζων
6 εξυμνητής


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---