esecuzióne
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ezekutˈtsjone]
1 εφαρμογή
2 εκπόνηση
3 διενέργεια
4 παίξιμο
5 επιβολή
6 παράσταση
7 τέλεση
8 πραγματοποίηση
9 επιτέλεση
10 εκτέλεση
11 εκπλήρωση
12 διεκπεραίωση
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ezekutˈtsjone]
1 εφαρμογή
2 εκπόνηση
3 διενέργεια
4 παίξιμο
5 επιβολή
6 παράσταση
7 τέλεση
8 πραγματοποίηση
9 επιτέλεση
10 εκτέλεση
11 εκπλήρωση
12 διεκπεραίωση
permalink
esecuzione (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android