ignàvia
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [iɲˈɲavja]
1 αμβλύτητα
2 νωχέλεια
3 οκνηρία
4 αβελτηρία
5 ραχατλίκι
6 μαχμουρλίκι
7 νωθρότητα
8 φυγοπονία
9 απάθεια
10 τεμπελιά
11 ραθυμία
12 ακαματοσύνη
13 ακαματιά
14 οκνιά
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [iɲˈɲavja]
1 αμβλύτητα
2 νωχέλεια
3 οκνηρία
4 αβελτηρία
5 ραχατλίκι
6 μαχμουρλίκι
7 νωθρότητα
8 φυγοπονία
9 απάθεια
10 τεμπελιά
11 ραθυμία
12 ακαματοσύνη
13 ακαματιά
14 οκνιά
permalink
ignavia (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android