ItalianoGreco


illustratóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [illustraˈtore]

1 εξηγητής
2 διακοσμητής κτιρίου με εικόνες
3 διαφωτιστής
4 εικονογράφος
5 διακοσμητής βιβλίου με εικόνες


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z