immobilizzàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [immobilidˈdzare]
1 σταματώ
2 κεφαλαιοποιώ
3 παγιώνω
4 αδρανοποιώ
5 ακινητοποιώ
6 γυψώνω
7 καθηλώνω
immobilizzarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [immobilidˈdzarsi]
1 παγιώνομαι
2 ακινητοποιούμαι
3 αδρανοποιούμαι
4 ακινητώ
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [immobilidˈdzare]
1 σταματώ
2 κεφαλαιοποιώ
3 παγιώνω
4 αδρανοποιώ
5 ακινητοποιώ
6 γυψώνω
7 καθηλώνω
immobilizzarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [immobilidˈdzarsi]
1 παγιώνομαι
2 ακινητοποιούμαι
3 αδρανοποιούμαι
4 ακινητώ
permalink
immobilizzare (ρ. μτβ.)
immobilizzarsi (ρ.μ. (αντων.))

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android