ItalianoGreco


impetràre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [impeˈtrare]

1 πετρώνω
2 απολιθώνομαι

impetràre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [impeˈtrare]

1 ικετεύω
2 δέομαι
3 ικετεύω αγωνιωδώς
4 πετυχαίνω με επικλήσεις ή ικεσίες
5 εκλιπαρώ
6 θερμοπαρακαλώ
7 καθικετεύω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---