ItalianoGreco


impietosìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [impjetoˈsire]

1 οικτίρω
2 ελεεινολογώ
3 συγκινώ
4 προκαλώ τον οίκτο κάποιου

impietosirsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [impjetoˈsirsi]

1 ευσπλαχνίζομαι
2 λυπούμαι κάποιον
3 σπλαχνίζομαι
4 ψυχοπονώ


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z