ItalianoGreco


imputàbile  
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [impuˈtabile]

1 οφειλόμενος
2 υποκείμενος σε κατηγορία
3 απαιτητός
4 καταλογιστέος
5 αποδόσιμος
6 που πρέπει να αποδοθεί


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---