inarcàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [inarˈkare]
1 κυρτώνω στην μέση προς τα έξω
2 κυρτώνω
3 πετσικάρω
4 λυγίζω
5 καμπυλώνω
6 κάμπτω
inarcàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [inarˈkarsi]
1 σκύβω
2 κάμπτομαι σε σχήμα τόξου
3 καμπυλώνομαι εκτός ευθείας
4 σχηματίζω τόξο
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [inarˈkare]
1 κυρτώνω στην μέση προς τα έξω
2 κυρτώνω
3 πετσικάρω
4 λυγίζω
5 καμπυλώνω
6 κάμπτω
inarcàrsi
ρήμα μέσο αμετάβατο
Προσφορά I.P.A.: [inarˈkarsi]
1 σκύβω
2 κάμπτομαι σε σχήμα τόξου
3 καμπυλώνομαι εκτός ευθείας
4 σχηματίζω τόξο
permalink
inarcare (ρ. μτβ.)
inarcarsi (ρ. μ. αμτβ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android