ItalianoGreco


infeltrìre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [infelˈtrire]

σκληραίνω σαν τσόχα ή πίλημα

infeltrirsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [infelˈtrirsi]

σκληραίνω σαν τσόχα ή πίλημα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---