ItalianoGreco


interfogliàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [interfoʎˈʎare]

1 παρεμβάλλω φύλλο
2 παρεμβάλλω σελίδα ανάμεσα σε φρεσκοτυπωμένες
3 βάζω μεταξύ στρωμάτων
4 δημιουργώ σαν συνεχόμενα στρώματα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z