ItalianoGreco


isterilìre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [isteriˈlire]

1 χάνω ζωτικότητα
2 γίνομαι άγονος

isterilìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [isteriˈlire]

1 στειρώνω
2 σκοτώνω τη ζωτικότητα (κάποιου)
3 καθιστώ άγονο

isterilirsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [isteriˈlirsi]

1 χάνω ζωτικότητα
2 γίνομαι άγονος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---