ItalianoGreco


luccicànte  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [lutʧiˈkante]

1 ταχύτατος (στο άνοιγμα - κλείσιμο)
2 ακτινοβόλος
3 περιλαμπής
4 αστραποβόλος
5 ολόλαμπρος
6 σπινθηροβόλος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---