ItalianoGreco


lupercàli  
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός

Προσφορά I.P.A.: [luperˈkali]

1 αρχαία Ρωμαὶκή γιορτή με τελετές γονιμότητας
2 γιορτή Ρωμαίων σαν το καρναβάλι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---