ItalianoGreco


malleabilità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [malleabiliˈta]

1 ενδοτικότητα
2 ευπλαστότητα
3 συγκατάβαση
4 προσαρμοστικότητα
5 υποχωρητικότητα
6 ελατότητα
7 συγκαταβατικότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---