ItalianoGreco


malnàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [malˈnato]

1 ανάγωγος
2 άξεστος
3 αδιάκριτος
4 κακομαθημένος
5 κακοαναθρεμμένος
6 κακογεννημένος
7 αγενής
8 αγροίκος
9 απαιδαγώγητος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---