ItalianoGreco


mantenitóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [manteniˈtore]

1 τεχνικός συντηρήσεων
2 συντηρητής
3 τεχνικός επισκευών
4 υποστηρικτής
5 οπαδός
6 φύλακας


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---