ItalianoGreco


mercuriàle  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [merkuˈrjale]

1 δελτίο αγοράς
2 δελτίο τιμών αγοράς

mercuriàle  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [merkuˈrjale]

1 με ιδιότητες κλέφτη και ατσίδα
2 υπό την επίδραση του πλανήτη Ερμή
3 ασταθής
4 υδραργυρικός ή υδραργυρούχος
5 ευμετάβλητος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---