meschinità
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [meskiniˈta]
1 τσιγκουνιά
2 καρμιριά
3 μηδαμινότητα
4 ανεπάρκεια
5 οικτρότητα
6 ατιμία
7 αθλιότητα
8 χαμέρπεια
9 ευτέλεια χαρακτήρα
10 ελεεινότητα
11 αφιλοτιμία
12 μιζέρια
13 προστυχιά
14 μικροψυχία
15 μικροπρέπεια
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [meskiniˈta]
1 τσιγκουνιά
2 καρμιριά
3 μηδαμινότητα
4 ανεπάρκεια
5 οικτρότητα
6 ατιμία
7 αθλιότητα
8 χαμέρπεια
9 ευτέλεια χαρακτήρα
10 ελεεινότητα
11 αφιλοτιμία
12 μιζέρια
13 προστυχιά
14 μικροψυχία
15 μικροπρέπεια
permalink
meschinità (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android