ItalianoGreco


minuzióso  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [minutˈtsjoso], [minutˈtsjozo]

1 μακρός
2 λεπτομερής
3 πλήρης
4 εξονυχιστικός
5 εμπεριστατωμένος
6 εξαντλητικός
7 λεπτομερειακός
8 διεξοδικός
9 αναλυτικός
10 εκτεταμένος
11 εκτενής


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---