ItalianoGreco


motivàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [motiˈvare]

1 προκαλώ
2 υποκινώ
3 προξενώ
4 εξηγώ
5 δικαιολογώ
6 προσκομίζω αποδείξεις
7 στηρίζω με αποδείξεις
8 αιτιολογώ
9 παροτρύνω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---