ItalianoGreco


obbrobriosità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [obbrobrjosiˈta]

1 ρύπος
2 ντροπή
3 όνειδος
4 τερατούργημα
5 μεγάλη ντροπή
6 αισχύνη
7 αίσχος
8 κακοήθεια
9 ατιμία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---