offensóre
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [offenˈsore]
1 επιτεθείς
2 κακούργος
3 επιτιθέμενος
4 επιδρομέας
5 παραβάτης
6 δράστης
7 κακεργέτης
8 εγκληματίας
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [offenˈsore]
1 επιτεθείς
2 κακούργος
3 επιτιθέμενος
4 επιδρομέας
5 παραβάτης
6 δράστης
7 κακεργέτης
8 εγκληματίας
permalink
offensore (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android