ondeggiànte
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [ondedˈʤante]
1 σειόμενος
2 ταλαντευόμενος
3 διστακτικός
4 τρικυμισμένος
5 κυματοειδής
6 λικνιστικός
7 κυματιστός
8 κουνιστός
9 κυματώδης
10 κυματίζων
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [ondedˈʤante]
1 σειόμενος
2 ταλαντευόμενος
3 διστακτικός
4 τρικυμισμένος
5 κυματοειδής
6 λικνιστικός
7 κυματιστός
8 κουνιστός
9 κυματώδης
10 κυματίζων
permalink
ondeggiante (επίθ.)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android