ItalianoGreco


ornàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [orˈnare]

1 περικοσμώ
2 ομορφαίνω
3 ξομπλιάζω
4 ωραιοποιώ
5 ποικίλλω
6 πλουμίζω
7 καλλωπίζω
8 διακοσμώ
9 στολίζω
10 κοσμώ
11 ευπρεπίζω
12 εξωραΐζω
13 διανθίζω

ornarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [orˈnarsi]

στολίζομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z