ItalianoGreco


paranòide  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [paraˈnɔjde]

παρανοὶκός άνθρωπος

paranòide  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [paraˈnɔjde]

1 παρανοειδής
2 παρανοὶκός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---