ItalianoGreco


pasticciàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [pastitˈʧare]

1 κάνω τα πάντα άνω - κάτω
2 δημιουργώ αναστάτωση
3 δημιουργώ ακαταστασία και βρομιά
4 κάνω άτεχνα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---