ItalianoGreco


preliminàre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [prelimiˈnare]

1 υπόσχεση
2 προϋπόθεση
3 πρόταση συλλογισμού
4 προκαταρκτικό υλικό

preliminàre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [prelimiˈnare]

1 εισαγωγικός
2 προκριματικός
3 προπαρασκευαστικός
4 προπαιδευτικός
5 προεισαγωγικός
6 προκαταρκτικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---