prelùdio
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [preˈludjo]
1 προοίμιο
2 οιωνός
3 πρελούντιο
4 προεισαγωγή
5 προανάκρουσμα
6 πρελούδιο
7 εισαγωγή
8 προμήνυμα
9 προανάκρουση
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [preˈludjo]
1 προοίμιο
2 οιωνός
3 πρελούντιο
4 προεισαγωγή
5 προανάκρουσμα
6 πρελούδιο
7 εισαγωγή
8 προμήνυμα
9 προανάκρουση
permalink
preludio (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android