prescrizióne
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [preskritˈtsjone]
1 παραγραφή
2 συνταγή
3 ορισμός
4 δικαίωμα τίτλου από χρησικτησία
5 διαδικασία τίτλου χρησικτησίας
6 προδιαγραφή
7 χρησικτησία
8 εντολή
9 διαταγή
10 παραγωγή διαταγών και εντολών
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [preskritˈtsjone]
1 παραγραφή
2 συνταγή
3 ορισμός
4 δικαίωμα τίτλου από χρησικτησία
5 διαδικασία τίτλου χρησικτησίας
6 προδιαγραφή
7 χρησικτησία
8 εντολή
9 διαταγή
10 παραγωγή διαταγών και εντολών
permalink
prescrizione (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android