prètto
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [ˈprɛtto]
1 απαραποίητος
2 αληθής
3 γνήσιος
4 σκέτος
5 πούρος
6 αληθινός
7 άπεφθος
8 αμάλαγος
9 ακέραιος
10 ακραιφνής
11 ατόφιος
12 λαγαρός
13 παρθένος
14 καθαρός
15 αγνός
16 άψογος
17 εμπεριστατωμένος
18 πλήρης
19 διεξοδικός
20 πραγματικός
21 φανερός
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [ˈprɛtto]
1 απαραποίητος
2 αληθής
3 γνήσιος
4 σκέτος
5 πούρος
6 αληθινός
7 άπεφθος
8 αμάλαγος
9 ακέραιος
10 ακραιφνής
11 ατόφιος
12 λαγαρός
13 παρθένος
14 καθαρός
15 αγνός
16 άψογος
17 εμπεριστατωμένος
18 πλήρης
19 διεξοδικός
20 πραγματικός
21 φανερός
permalink
pretto (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android