ItalianoGreco


proscrìvere  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [prosˈkrivere]

1 διώκω όλους ανεξαιρέτως τους αντιπάλους
2 καταδιώκω αδιακρίτως κάποιους
3 προγράφω
4 απαγορεύω
5 εξορίζω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z